Παλιά, στο Αγράμπελο κάθε σπίτι είχε το δικό του φούρνο στην αυλή. Το ζύμωμα είναι δουλειά σκληρή. Την εποχή εκείνη όλες οι νοικοκυρές ζύμωναν μια φορά και είχαν ψωμί για όλη τη εβδομάδα, μερικές νοικοκυρές συνεχίζουν να ζυμώνουν στο σπίτι ακόμα και σήμερα....
Το σπιτικό ψωμί είναι πολύ πιο νόστιμο, (ακόμα πιο νόστιμο ήταν όταν βγαίνει από το φούρνο)και το διατηρούσαν πολλές μέρες και χωρίς ψυγείο. Εγώ θυμάμαι την μάνα μου όταν ήθελε και έπρεπε να ζυμώσει αποβραδίς έριχνε στο προζύμι λίγο νεράκι χλιαρό και λίγο αλεύρι το ζύμωνε και τ' άφηνε να φουσκώσει όλη νύχτα για να είναι έτοιμο. Το πρωί ξύπναγε από τα άγρια μεσάνυχτα, φόραγε τσεμπέρι στα μαλλιά για να μην πέσει καμιά τρίχα στο ζυμάρι, έβαζε την ποδιά της και ανασκούμπωνε τα μανίκια πριν αρχίσει να κοσκινίζει το αλεύρι στο σκαφίδι. Το σκαφίδι ήταν ξύλινο και για το κοσκίνισμα είχε μια πολύ λεπτή σίτα με ξύλινο στεφάνι. Αφού κοσκίνιζε το αλεύρι, έκανε μια τρύπα στο αλεύρι και έριχνε μέσα το προζύμι, αλάτι και λίγο-λίγο το νερό που είχε ζεστάνει. Θέλει περίπου μισή ώρα να ζυμώνεις, με τις δυο χούφτες σφιγμένες σε γροθιά, και το ζυμάρι είναι έτοιμο όταν δεν κολάι στα χέρια σου. Όταν ζυμωθεί το ψωμί, η νοικοκυρά σταυρώνει το ζυμάρι και κόβει πρώτα ένα κομμάτι για προζύμι. Με το υπόλοιπο πλάθει τα καρβέλια της. Όπως τα πλάθει, ένα-ένα τα βάζει μέσα στα ταψιά που τα έχει λαδώσει και τα έχει στήσει δίπλα της Όταν γέμισε τα ταψιά τα σκεπάζει με το μεσάλι και τα μεταφέρει σε μέρος ζεστό για «να ρθει» (να φουσκώσει), συνήθως από πάνω ρίχνει και μια χοντρή κουβέρτα. Ήθελαν δυο ώρες για να φουσκώσουν. Στη συνέχεια πήγαινε στο φούρνο έριχνε πρώτα τα λεπτά ξερά κλαδιά - που ανάβουν εύκολα, έπειτα προσθέτει κι άλλα μεγαλύτερα ξύλα για να κάψει ο φούρνος ομοιόμορφα και σε όλη την επιφάνειά του. Όταν πυρώσει καλά, και μέσα έχει ασπρίσει, τραβάει τα κάρβουνα προς το άνοιγμα με μια σιδερένια ξύστρα. Αφού έχει κάψει ο φούρνος κι έχουν φουσκώσει τα ψωμιά, φέρνει έξω τα ταψιά, τα κένταγε με το πιρούνι και τα φουρνίζει με μια γρήγορη επιδέξια κίνηση, έκλεινε το φούρνο, τον σταύρωνε και πήγαινε να πλύνει τη σκάφη και να συνεχίσει τις άλλες δουλειές του σπιτιού. Πάντα όταν ζύμωνε έφτιαχνε και κάποια κουλούρα με τυρί και καμιά χορτόπιτα. Σε λίγο θα ξαναπήγαινε να δει μήπως έχει ροδίσει το ψωμί, το βρέχει μ' ένα πανί για να γυαλίσει, και μόλις ήταν έτοιμο, ψημένο πια, το ξεφούρνιζε…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου